Σήμερα θα μιλήσω για το φαινόμενο "σβούρα".
Δηλαδή, έτσι το ονομάζω εγώ - δεν ξέρω τι άλλο όνομα μπορεί να έχει. Σίγουρα κάπως θα το λένε, πιο επιστημονικατίφ, πιο ιντελεκτουέλ. Μα εγώ το λέω σβούρα, και πολύ με έχει ταλαιπωρήσει στη ζωή μου.
Το φαινόμενο "σβούρα" έχει ως εξής:
π.χ. είναι κάποιος κοντινός σου, με τον οποίο όλα πάνε μια χαρά, μέλι γάλα, μελισσούλες και πουλάκια. (Δώστε βάση, μιλάμε για στενές σχέσεις, όχι τίποτα "καλημέρα - καλησπέρα"). Όλα λοιπόν πάνε μια χαράααα. Για καιρόοοοοο.
Ξαφνικά, και λόγω μιας σύγκρουσης, όλα γίνονται θρύψαλλα: βρισιές, κατηγόριες, "χάσου από μπροστά μου και εξαφανίσου από προσώπου γης", "να χαθείς να χάνεσαι στο πυρ το εξώτερον", ή, όπως θα λέγαμε πιο γραφικά στο νησί μου, "στα όρ' στα β'να'" (στα όρη και στα βουνά), και "ζητιάνο σ' μπόρτα μ' να σ' ιδώ" (ζητιάνο στην πόρτα μου να σε δω - καλά, αυτή η κατάρα τώρα με το ΔΝΤ θα πιάσει για όλους μας).
Σπάτε κούπες για τα λόγια που είπατε, εκτοξεύονται κομψεπίκομψα "γαλλικά" Καπάτου, ενίοτε πέφτει και μαλλιοτράβηγμα (εγώ απέχω, έχω θέμα με τα μαλλιά, όποιος τα πιάσει κάηκε), βροντάνε οι πόρτες και τα τηλέφωνα και επέρχεται το ψυχροπολεμικό κλίμα. Ως εδώ, καλά.
(Εδώ να κάνω δεύτερη διευκρίνηση: δε μιλάω για γκομενικά. Στα γκομενικά καμμιά φορά, επειδή δεν είμαστε όλοι και Σκανδιναβοί, συμβαίνουν αυτά, και λέγονται παράπλευρες απώλειες. Αν έχεις πάθια και ντέρτια, όλο και κάτι από τα παραπάνω θα συμβεί. Kι αν δεν έχει συμβεί, σόρι που θα στο πω κατάμουτρα, αλλά λίγο χλιαράντζες σχέσεις κάνεις - ή μάλλον δε σ' έχει εύρει ακόμα το κακό, και πού θα πάει, θα μάθεις κι εσύ the hard way).
Νομίζω πως μέχρι εδώ έχει καταστεί σαφές ότι δεν πρόκειται για κανά καυγαδάκι της πλάκας, αλλά για ντουβρουτζά κι εμφύλιο, οκ; Ελπίζω να πέρασα το μήνυμα που ήθελα.
Ας αναλύσουμε τώρα και τη λέξη-κλειδί, "σύγκρουση", γιατί μέσα σε αυτήν κρύβεται το όλο κουφέτο.
Α) Υπάρχουν συγκρούσεις που δεν ξεπερνιούνται. Μιλάμε για χάσμα της αβύσσου, για την τάφρο των Μαριαννών, ήτοι το βαθύτερο χάσμα της υδρογείου. Μιλάμε για Αμερική - Ρωσία φάση, για φάση "ποιός είσαι, δε σε ξέρω πια" και "πάρτε το transformer από δίπλα μου". Φάση Φουκουσίμα, να μη σώζεται αποκαϊδι από ό,τι σας έδενε. Δηλ. ενώ μέχρι τότε πορευόσασταν συγχρονισμένοι, μετά μουσικής, ξάφνου κάτι έγινε και αποκαλύφθηκε το χάσμα κάτω από τα πόδια σας. Εκεί, το μόνο που μπορείς να πεις είναι "χαιρετώ και καλή τύχη", γιατί όλα τα άλλα λόγια είναι φτώχεια. Τι να κάνουμε, συμβαίνουν (ΚΑΙ) αυτά τα κουλά στη ζωή.
Β) Υπάρχουν συγκρούσεις που πάνε να γίνουν Φουκουσίμα, αλλά κανείς από τους δύο δεν το θέλει. Ψάχνουν να βρουν τι θα ρίξουν στον αντιδραστήρα, νερά, τσιμέντα, κάτι τις βρε αδερφέ μπας και το σώσουν...Κι ενώ κανείς δεν το θέλει, από έναν τρελό μαζοχισμό ή απειρία ή βιασύνη ή εκρηκτικό ταπεραμέντο (μη χε...), τραβιέται το σκοινί και στο τέλος επέρχεται η έκρηξη. Δηλ. "δεν το θέλαμε, αλλά τώρα δε μιλιόμαστε". (Καλοί μ@λ@κες είστε του λόγου σας).
Γ) Υπάρχουν και οι φάσεις του "πάντα ήθελα να στην πω, αλλά τώρα βρήκα την ευκαιρία". Δηλαδή, να, κάτι από την αρχή δεν κολλούσε, ξέρεις, αυτό που δε λέγεται με λόγια, αλλά να - "κάτι έλειπε στην εικόνα", που λέω εγώ. Το κομματάκι το παζλ ήταν βαλμένο ανάποδα, ξέρω γω. Μία μυστική μουσικούλα που κάπου στο βάθος έπαιζε παράφωνα - αλλά ποιός την άκουγε. Και συνήθως, οι τύπου Γ φάσεις ξεκινούν με μια γελοιωδέστατη αφορμή, και καταλήγουν πυρηνικό μανιτάρι. (εδώ εμπίπτουν και οι γλοιωδέστατες υποφάσεις του "τότε πριν τέσσερα τετράμηνα μου'χες πει αυτό κι αυτό, θυμάσαι;" - όχι, δε θυμάμαι, δεν κρατάω memo, ας είχες το μυαλό να μου το πεις εκείνη την ώρα. Στόκε).
Υπάρχουν κι άλλες υποπεριπτώσεις αλλά είτε εμπίπτουν στα Α, Β, Γ, είτε μου διαφεύγουν γιατί είναι αργά και σκοπός μου δεν είναι να κάνω εγχειρίδιο συμπεριφοράς (νυστάζω), αλλά να πω τον πόνο μου να μου φύγει, οφ κορς.
Λοιπόν. Έστω ότι εμπίπτετε εσύ κι ο αντιμαχόμενος στα Α, Β, Γ και έχουν γίνει όλα τα παραπάνω κομψά. Έχετε δώσει (σιωπηλό ή όχι) όρκο ότι ποτέ των ποτών σε κανένα γνωστό σύμπαν και χωρόχρονο δε θα ξαναμιλήσετε - ή, αν υποχρεωθείτε να ξαναμιλήσετε (κούφια η ώρα που το ακούει), να μην τολμήσετε ποτέ ποτέ να τα ξαναβρείτε, ποτέ μα ποτέ σας λέω, να σας καεί το χέρι. Φτου κακά. Το έχετε πει, χωνέψει κι εμπεδώσει. Έχετε σβήσει τον άλλο από κινητά, ατζέντες και τη ζωή σας, έχετε απαγορέψει να προφέρεται το όνομά του, ή αν ξεχνιούνται και το προφέρουν οι φίλοι σας, μετά να εξιλεώνονται βρίζοντάς τον χορωδιακά.
Και ξαφνικά σας το γυρνάει το παραμύθι. Μετά από καιρό, οφ κορς - και όλοι ξέρουμε ότι στον τσακωμό, ή τα βρίσκεις αμέσως, ή αν χρονίσει, τελείωσες. Σας ξαναγυροφέρνει λοιπόν, με σουψου μουψου μανταλάκια και "ξέρεις μωρέ να" (όχι δεν ξέρω να, για πες), και όλο γύρω γύρω και από τηγανίτα τίποτα. Οι χειρότεροι των περιπτώσεων, τα καμμένα, θεωρούν ότι όλο αυτό το "ξέρεις να σου πω, α ωραία μέρα σήμερα", θα πει εκεχειρία. Ναι. Πως.
Οι πιο έχοντες τσίπα, ένα συγγνώμη θα το πουν - εάν έχουν το άδικο (και άντε τώρα, όλοι ξέρουμε σε μια διένεξη ποιός έχει το περισσότερο άδικο και ποιός όχι, μην ακούσω "όλα είναι σχετικά" και τέτοια, γιατί όλοι έχουμε μια εσωτερική φωνή που λέει πότε σφάλλουμε και πότε όχι).
Κι εδώ είναι αυτό που με αποσυντονίζει, η "σβούρα", που μου γυρνάει το κεφάλι ανάποδα. Μη γελάτε, εκμυστηριεύομαι τον πόνο μου, είναι σοβαρό σας λέω, κάποιο λόγο έχω για να τα λέω αυτά, συνδράμετέ με.
Έχω πρόβλημα. Μέγα. Δηλαδή: ο πείξας ο δείξας που πριν καιρό με έβριζε και με στόλιζε και με έστελνε στην μάνα του Βελζεβούλη κι ακόμα παραπέρα, τώρα μου ζητά συγνώμη και θέλει να τα ξαναβρούμε.
Σκατά.
Ποία η θέση μου;
Άλλοι δεν έχουν πρόβλημα. " Έλα μωρέ, ντάξει, περασμένα ξεχασμένα". "Ώχου, σιγά, και τι έγινε".
Εγώ δεν μπορώ να το πω. Δηλαδή τι το κάναμε δω πέρα, σήμερα είμαστε μέλι γάλα, αύριο βρισίδια και μεθαύριο πάλι αγάπες; Λίγο ψυχοψύχ μου ακούγεται. Stick to your point, ρε αδερφέ. Με πας; Οκ, φρόντισε να το διατηρήσεις, και θα πράξω κι εγώ τα δέοντα. Σου γυρνάω τα άντερα; Οκ, διακτινίσου και μην ξαναπροσγειωθείς μπροστά μου - γιατί εγώ τουλάχιστον, δε θα σε έχω καλέσει. Πάρε μια απόφαση, και ΜΕΙΝΕ ΕΚΕΙ. Όχι πέρα - δώθε, πέρα - δώθε, σαν τη γ@μημένη σβούρα. Αγαπώ τους φίλους, αντέχω τους εχθρούς, μα με τη σβούρα φρικάρω άσχημα και δεν το ελέγχω. Όποιος περάσει μερικές φορές τα σύνορα "φίλος - εχθρός" και τούμπαλιν, είναι για μένα persona non grata πια.
Γιατί δεν μιλάμε για καθημερινές βλακειούλες, σας είπα.
Είμαι απόλυτη, αυτό είναι το πρόβλημά μου. Όταν φεύγω από κάπου κι αφήνω πίσω μου στάχτη και μπούρμπερη, μου είναι πολύ δύσκολο να ξανανοίξω την ίδια πόρτα που οδηγεί σε εκείνο το καμμένο δωμάτιο.
Δε λέω ότι δεν το έχω κάνει ποτέ στη ζωή μου. Αναγκάστηκα να το κάνω. Λέγεται καμμιά φορά και "μείωση εγωϊσμού", και "μαθαίνω να συγχωρώ", και "χαμηλώνω τη μύτη", και "προσγειώνομαι στην πραγματικότητα". Επειδή καμμιά φορά στη ζωή, δε σε παίρνει να είσαι υπεράνω όλων. Επειδή καμμιά φορά, μπορεί να χρειαστεί να γυρίσεις πίσω, ανεξαρτήτως του τι έγινε. Είναι ένα μάθημα που μαθαίνεται κι αυτό the hard way.
Μιλάω όμως για περιπτώσεις που δεν θέλω και δεν μπορώ να γυρίσω πίσω. Εκεί τι κάνεις, όταν κάποιος ζητάει τη συγχώρεσή σου; Που ξέρεις ότι τον στεναχωρείς, όσο δεν του τη δίνεις; Που θυμάσαι ακόμα σαν χτες τη στεναχώρια που σου έδωσε εκείνος;
ΔΕΝ θέλω και ΔΕΝ μπορώ. Και νιώθω ενοχές που δεν μπορώ να συγχωρήσω, ενώ δε θα έπρεπε να με νοιάζει.
Γιατί έχω βρεθεί κι εγώ από την άλλη μεριά, και ξέρω πως είναι: να εκλιπαρώ για συγχώρεση, και να μη μου τη δίνουν. Να έχω συνειδητοποιήσει τις μαλακίες μου, να παρακαλάω το Θεό να μπορούσε να γυρίσει πίσω το χρόνο, να κατεβάζω ουρανούς για να συγχωρεθώ...Γιατί αν καταλάβεις ότι έκανες αδικία - αν το καταλάβεις, αν σκάσει αστραπή στο μυαλό σου και στο φωτίσει - μετά σου είναι αβάσταχτο. Και διπλά αβάσταχτο, είναι να εκλιπαρείς και να μη σε συγχωρούν. Εμένα δεν με συγχώρεσε κάποιος ποτέ, και το κουβαλάω μετά από τόσα χρόνια στους ώμους μου.
Και τώρα μου τη ζητάν εμένα, και ξέρω πως δεν θα τη δώσω, και θα λυπάμαι μέσα μου γι' αυτό - αλλά ΔΕΝ μπορώ αλλιώς. Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα.
Ξέρω ότι θα μου περάσει σε μερικές μέρες, ξέρω ότι δεν είναι κάτι άξιο λόγου, αλλά ήθελα να το πω και να σκεφτώ πάνω σε αυτό.
Πόσο σταθεροί μπορεί να είμαστε στις απόψεις μας; Πόσο αμετανόητοι, αμετακίνητοι και αμετάπειστοι μπορεί να είμαστε; Δυστυχώς, καμμιά φορά, η απάντηση είναι "καθόλου". Μακάρι να είμασταν σταθεροί όσο θα θέλαμε σε κάποια πράγματα. Αλλά η ζωή δε μας ρωτάει, αχ δε μας ρωτάει.
Χτες - προχτές είπα, ότι το να ισορροπείς ανάμεσα σε ένα πράγμα και στο αντίθετό του, είναι ένα από τα άλυτα μυστήρια της ανθρώπινης ύπαρξης. Αν το καλοσκεφτείτε, είμαστε γεμάτοι αντιφάσεις. Αποτελούμαστε από αντιφάσεις - και ίσως έχω την ευκαιρία να το αναλύσω άλλη φορά.
Μα όσο περνά η ώρα (κι όσο ξεκίνησα να γράφω για να διακωμωδήσω και να ξαλαφρώσω, αλλά μου βγαίνει πιο σοβαρό), τόσο αναδύεται από μέσα μου κι ένας συλλογισμός που με τσακίζει: εμένα και τον άλλο, εκείνον που ζητάει τη συγχώρεσή μου, που είπαμε ο ένας για τον άλλο ότι μισιόμαστε σφόδρα και τόσα άλλα που δεν ξε-λέγονται, εμάς τους δυό, τους τόσο ανόμοιους και τους για πάντα χωρισμένους, υπάρχει κάτι που μας ενώνει. Και το ότι υπάρχει κάτι που με ενώνει με κάποιον που διέγραψα, μου είναι αβάσταχτη διαπίστωση.
Τι μας ενώνει; Η αντίφαση.
Αυτή η καταραμένη αντίφαση, αυτή που βρίσκεται καλά κρυμμένη στον πυρήνα της κάθε καρδιάς, αν θέλει να λέγεται όντως καρδιά.
Εκείνος πάει πέρα - δώθε, ανάμεσα σε μίσος και το αντίθετό του (ας μην πούμε αγάπη, αλλά τέτοια ώρα δεν έχει και σημασία), ανάμεσα στην κατάρα και τη συγγνώμη.
Κι εγώ πάω πέρα - δώθε, ανάμεσα στην ευχή μου να ήταν αλλιώς τα πράγματα, και στην άρνησή μου να συγχωρήσω.
Γιατί δεν θα συγχωρήσω - και ξέρω (μετά από τόσα χρόνια) τι βάρος επισύρει πάνω της μια τέτοια δήλωση. Γιατί όσο βάρος νιώθει εκείνος που εκλιπαρεί, τόσο νιώθει κι εκείνος που δεν συγχωρεί.
Μα εδώ, ξέρω. Είμαι έτοιμη να δώσω το αντίτιμο.
Συνήθως συγχωρώ μα δεν ξεχνώ - εδώ θα ξεχάσω, μα δεν θα συγχωρήσω.
Και η αντίφαση που μας δένει, πονάει ακόμα - αλλά με τον καιρό θα πονάει όλο και λιγότερο, σαν υπόγειο, παράφωνο τραγούδι, που καλά θα κάνει να μην του δώσει σημασία κανείς.
Ίσως σε μια άλλη ζωή, ποιός ξέρει...
1 σχόλιο:
Ξέρω ακριβώς τι λες..κ σκέφτεσαι συγχρόνως..δηλαδή εαν δεν συγχωρήσω είμαι παλαβός..όλοι έτσι δεν κάνουν? έτσι δεν είναι η ζωή?
Αβεβαιότητα
Δημήτρης
Δημοσίευση σχολίου